Κυριακή 30 Ιουνίου 2024

Ας μιλήσουμε για το '15 - Ευκλείδης Τσακαλώτος

 Υπάρχει μια κριτική που έρχεται κυρίως, αν κι όχι αποκλειστικά, από τον Γιάνη Βαρουφάκη. Αυτή λέει ότι η μεγάλη πλειοψηφία στο δημοψήφισμα υπέρ του «όχι» έδινε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να «αγοράσει» χρόνο. Δεν υπήρχε λόγος να συνθηκολογήσουμε τόσο γρήγορα εμείς οι μαλακοπίτουρες. Αλλά οι ίδιες δικές του ομάδες συμβούλων τού έλεγαν ότι ο χρόνος δεν μετρούσε υπέρ μας. 

Μετά την ήττα του αριστερού προοδευτικού χώρου στις ευρωεκλογές αποτελεί κοινό τόπο ότι χρειάζεται χρόνος για όλους και όλες για αναστοχασμό. Ενα κομβικό σημείο στις συζητήσεις είναι το πώς αξιολογούμε το καλοκαίρι του 2015: το δημοψήφισμα, τον συμβιβασμό με τους πιστωτές, το τρίτο μνημόνιο. 

Η στιγμή, δηλαδή, που ο ΣΥΡΙΖΑ επανεξελέγη κυβέρνηση με 35,46%. Κατά την άποψή μου, η συζήτηση δεν γίνεται με τους καλύτερους όρους, ιδιαίτερα αν σκοπός είναι να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για το μέλλον, για την ανασύνθεση της Αριστεράς, για το πώς η Αριστερά θα αντιμετωπίσει το θέμα της εξουσίας όταν, και αν, της δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία για να παίξει σημαντικό ρόλο. 

Μια άποψη που υπάρχει εντός της Νέας Αριστεράς, και πολύ περισσότερο εκτός, είναι ότι ο συμβιβασμός του ’15 έχει κομβικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία όλης της Αριστεράς. Από αυτό το γεγονός απορρέει η έλλειψη αξιοπιστίας, η αποστράτευση, η αποχή από τις εκλογικές διαδικασίες. Μια άλλη άποψη θεωρεί ότι αυτά τα φαινόμενα εξηγούνται περισσότερο από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση την περίοδο 2019-2023. Αφενός το 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε 31,5% στις εθνικές εκλογές (λιγότερο από 18% στις εκλογές του 2023), καθόλου αμελητέο ποσοστό για ένα κόμμα που εφάρμοσε μνημόνιο, αφετέρου η εξαέρωση του κόμματος, ο αρχηγισμός και ο κυβερνητισμός είναι στοιχεία εντονότερα μετά το 2019. Βέβαια κανείς δεν δίνει όλο το βάρος στο ’15, αγνοώντας τη μετέπειτα περίοδο, και κανείς δεν αγνοεί εντελώς αυτά που έγιναν μετά το ’19. Αλλά πού δίνει κανείς την έμφαση έχει μεγάλη σημασία. Και σίγουρα η επιλογή δεν είναι ουδέτερη. 

Ας μιλήσουμε εδώ σοβαρά όμως για το ’15. Δεν θα μπω σε κανένα βάθος για τη διαχείριση του μνημονίου μετά το ’15: για το αν είναι μικρό πράγμα να εφαρμόσεις μνημόνιο και συγχρόνως να μειώσεις τις ανισότητες και τη φτώχεια, ή να βρεθούν κονδύλια για το δημόσιο σύστημα υγείας – πράγματα που έγιναν. Για το αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να κάνει περισσότερα πράγματα σε περιοχές εκτός μνημονίου, για παράδειγμα για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία. Και εγώ και πολλοί άλλοι έχουμε γράψει εκτενώς γι’ αυτή την περίοδο και, κατά την άποψή μου, με αρκετά αυτοκριτική διάθεση. 

Και πάω αμέσως στην καρδιά του ζητήματος. Θα μπορούσε το καλοκαίρι του 2015 να αποφευχθεί ο δύσκολος συμβιβασμός; Ενα πρώτο θέμα είναι να υπάρχει κατανόηση τι παίχτηκε με το δημοψήφισμα. Κάθισα πρόσφατα και είδα ξανά τα βίντεο συνεντεύξεων του Αλέξη Τσίπρα και τα δικά μου την εβδομάδα πριν από το δημοψήφισμα. Βγαίνει αβίαστα από αυτά ότι δεν είχαμε κανένα σκοπό να βγάλουμε τη χώρα από το ευρώ και ότι ζητούσαμε τη στήριξη για μία καλύτερη έκβαση στη διαπραγμάτευση. Μπορεί να ήταν λάθος αυτή η γραμμή, αλλά αυτή ήταν. Κατά την άποψή μου δεν ήταν λάθος. Γιατί αν φεύγαμε από το ευρώ θα ακολουθούσε μια μεγάλη υποτίμηση και –για ένα διάστημα τουλάχιστον– εσωτερική και εξωτερική στάση πληρωμών που θα είχαν καταστροφικές κοινωνικές συνέπειες. Σε μια χώρα που είχε χάσει το 25% του ΑΕΠ, μια περαιτέρω απώλεια της τάξης του 25%, και ό,τι θα σήμαινε αυτό για τους μισθούς και το κοινωνικό κράτος, θα ήταν μη διαχειρίσιμη. 

Εδώ υπάρχει όμως μια άλλη κριτική που έρχεται κυρίως, αν κι όχι αποκλειστικά, από τον Γιάνη Βαρουφάκη. Αυτή λέει ότι η μεγάλη πλειοψηφία στο δημοψήφισμα υπέρ του «όχι» έδινε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να «αγοράσει» χρόνο. Δεν υπήρχε λόγος να συνθηκολογήσουμε τόσο γρήγορα εμείς οι μαλακοπίτουρες. Αλλά οι ίδιες δικές του ομάδες συμβούλων τού έλεγαν ότι ο χρόνος δεν μετρούσε υπέρ μας. Ο ίδιος είχε συστήσει τρεις διαφορετικές ομάδες για να εξετάσουν διάφορες τεχνικές/εργαλεία ή προτάσεις που θα μας έδιναν χρόνο, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο τη διαπραγματευτική μας δύναμη. Η αλήθεια είναι ότι και οι τρεις τού είπαν ότι ρεαλιστικά δεν είχαμε καμία τέτοια δυνατότητα. 

Τέλος, υπάρχει και η άποψη ότι το κυρίαρχο δεν είναι το καλοκαίρι του ’15 γιατί τότε το θέμα είχε ήδη κριθεί σε βάρος μας. Αλλοι λένε ότι το πρόβλημα ήταν ότι δεν έπρεπε να ρίξουμε την κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου στο τέλος του 2014, αλλά θα έπρεπε να ετοιμαστούμε για τις εθνικές εκλογές του καλοκαιριού του ’15 – στάση που είχαν, για την ιστορία το γράφω, μόνο οι τρεις οικονομολόγοι-βουλευτές, δηλαδή ο Δραγασάκης, ο Σταθάκης και εγώ. Αλλοι μιλάνε για το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, ότι δεν παρουσίασε στον λαό ένα ριζοσπαστικό και ρεαλιστικό σχέδιο. Αλλοι πάλι δίνουν την έμφαση στα λάθη της διαπραγμάτευσης στους πρώτους μήνες μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Γενάρη. Ολα αυτά είναι προς συζήτηση και είμαι σίγουρος ότι οι ιστορικοί του μέλλοντος θα διαφωτίσουν αυτές και άλλες πτυχές της ιστορίας της πρώτης κυβέρνησης της Αριστεράς μέχρι τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. 

Αλλά η πολιτική συγκυρία είναι τέτοια που δεν μπορούμε να περιμένουμε. Και αυτό που με απασχολεί είναι ότι οι όροι με τους οποίους διεξάγεται η συζήτηση δεν βοηθούν στους τωρινούς μας προβληματισμούς. Ας γίνω πιο σαφής. Δυστυχώς υπάρχει μια μακρά παράδοση στην παγκόσμια Αριστερά που εξηγεί κάθε ήττα με το απλουστευτικό «μας πρόδωσε η ηγεσία». Στη συγκεκριμένη περίπτωση αφήνεται να εννοηθεί ότι αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε μια πιο αποφασισμένη, πιο σθεναρή, ηγεσία, τότε το «όχι» δεν θα γινόταν «ναι». Μια εντελώς προβληματική στάση –δεν τη λες και μαρξιστική!– που δεν επιτρέπει μια σοβαρή συζήτηση για την όποια ήττα. Αλλά ούτε αυτό είναι το πιο προβληματικό. Κυρίως δεν επιτρέπει μια σοβαρή συζήτηση για το μέλλον. Γιατί αυτό που υπονοεί είναι ότι στο μέλλον, αν έχουμε μια δεύτερη κυβέρνηση της Αριστεράς, και έχουμε στιβαρούς ηγέτες, τότε δεν θα αντιμετωπίσουμε παρόμοια ή νέα προβλήματα συσχετισμών. Δεν θα υπάρχουν άλλοι περιορισμοί που δημιουργούν η Ε.Ε., το ΔΝΤ, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, εχθρικά ΜΜΕ, επιχειρηματικοί όμιλοι και πολλοί άλλοι καλοθελητές. 

Μια τέτοια στάση, εκτός του ότι τρέφει έναν ιδιότυπο σεχταρισμό εντός της Αριστεράς, δεν βοηθά την ανασύνθεσή της. Αυτή η ανάγκη είναι επείγουσα ύστερα από τις ευρωεκλογές. Πρέπει να συζητήσουμε για ένα εναλλακτικό κοινωνικό μπλοκ εξουσίας. Για προγραμματικές αιχμές που μπορούν να δώσουν ανακούφιση στην κοινωνική μας βάση, αλλά που συγχρόνως προωθούν ένα άλλο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο που θα μπορέσει να στηρίξει την κοινωνική πολιτική. Για το πώς κινητοποιούμε την κοινωνία και αντιμετωπίζουμε τη στρατηγική της επιβίωσης –αντί της στρατηγικής της αντίστασης– που κυριαρχεί σε μεγάλο κομμάτι της νεολαίας και των λαϊκών στρωμάτων. 

Είναι όμως δυνατόν να πιστεύουμε ότι αυτό μπορεί να γίνει χωρίς επιπλέον να συζητήσουμε για το μέγεθος της αντίστασης εντός και εκτός της χώρας που θα αντιμετώπιζε ένα τέτοιο εγχείρημα; Θα έχουμε στρατηγική γι’ αυτό, θα χρειαστούν εκ νέου συμβιβασμοί, και εντός του δικού μας κοινωνικού και πολιτικού μπλοκ αλλά και σε σχέση με το αντίπαλο μπλοκ; Βοηθάει το «Δεν συζητάμε με αυτούς που υπογράψανε μνημόνια»; 

Δεν είναι η θέση μου να μη συζητήσουμε για το ’15, κάθε άλλο. Πιστεύω ότι έχουμε δύο επιλογές μπροστά μας. Είτε παρκάρουμε το ζήτημα του ’15 γιατί δεν θεωρούμε ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε. Είτε το συζητάμε αλλά με άλλους όρους. Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα είναι η ανασύνθεση της Αριστεράς και η δημιουργία ενός αντιπαραθετικού κοινωνικού και πολιτικού μπλοκ. 

Ευκλείδης Τσακαλώτος 

* Βουλευτής της Νέας Αριστεράς 

** Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών 

https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/438314_milisoyme-gia-15-ti-leme-emeis-oi-malakopitoyres

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2024

Μόνο το καλό μπορεί να αποτρέψει το κακό [Ένα βλέμμα] – Νίκος Ξυδάκης

 Μόνο το καλό μπορεί να αποτρέψει το κακό
Οι πεπτωκότες και διαρκώς εκπίπτοντες Έλληνες είναι τα κοινωνικά υποκείμενα της Αριστεράς. 

Οι ευρωεκλογές έβαλαν στο προσκήνιο δύο ζητήματα, πανευρωπαϊκά και στη χώρα μας: πρώτον, την εκλογική αποχή, δεύτερον, την άνοδο της Ακροδεξιάς. Απολιτική, αντιπολιτική, κρίση αντιπροσώπευσης, απονομιμοποίηση, ακροδεξιά στροφή. 

Οι περισσότερες αναλύσεις δεν αναλύουν, απλώς καταγράφουν τους αριθμούς και περιγράφουν την αποχή και την ακροδεξιά στροφή περίπου ως φυσικά φαινόμενα, αποσυνδεδεμένα από οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών στην Ε.Ε. Αποσυνδεδεμένα από το νεοφιλελεύθερο κλείδωμα όλων των πολιτικών πρακτικών της Ε.Ε. και των κρατών-μελών και από τις άκαμπτες πολιτικές μετά το Σύμφωνο Σταθερότητας, αποσυνδεδεμένα από την πλήρη εγκατάλειψη της συνοχής και της σύγκλισης υπέρ μιας σκοτεινής ανταγωνιστικότητας, αποσυνδεδεμένα από τη γεωπολιτική υποταγή της Ε.Ε. στις ΗΠΑ. Τέλος, η απολιτική και φασίζουσα εκλογική στροφή αποσυνδέεται από τη σύστοιχη κατάρρευση των αριστερών και σοσιαλδημοκρατικών σχηματισμών. 

Η τέτοια, ουσιαστικά απολιτική, περιγραφή, μια επιπόλαιη θρηνωδία, στην πραγματικότητα ενισχύει περαιτέρω και την αντιπολιτική και την Ακροδεξιά, δηλαδή και την απέχθεια προς το χρεοκοπημένο παραδοσιακό σύστημα, και την έκφραση του πολιτικού μέσα από τις ταυτίσεις που προσφέρει η Ακροδεξιά. Είναι σαν να μεταδίδουμε λάιβ, «αντικειμενικά», όπως έναν λαϊκό μαραθώνιο, τις παρελάσεις ταγμάτων εφόδου. Σαν να φυσικοποιούμε και να αισθητικοποιούμε φαινόμενα αμιγώς πολιτικά, δηλαδή ενέργειες ανθρώπων, κοινωνικών ομάδων, τάξεων, οικονομικών συμφερόντων, αλλά και τα σύστοιχα συναισθήματα: διαψεύσεις, προσδοκίες, θυμό, φόβο, απόγνωση. 


Η στροφή των ηττημένων του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, των άνεργων της αποβιομηχάνισης, των εξουθενωμένων αγροτών, των αποσαθρούμενων μεσοστρωμάτων, των νεοπληβείων της επισφάλειας προς τον εθνικολαϊκισμό, τον αυταρχισμό, τον ρατσισμό, δεν εκδηλώθηκε ξαφνικά το καλοκαίρι του 2024, και δεν εκδηλώθηκε επειδή οι εκλογείς σύγκριναν πολιτικά προγράμματα και σχέδια. Η μετακίνηση είναι, αφενός, ενστικτώδης βιοπολιτική αντίδραση σε μια κοινωνική μηχανική που τους αλέθει· αφετέρου, ομόρροπη κίνηση σε μια γενικευμένη πλύση εγκεφάλου, υποταγή σε μια προπαγάνδα που διαβρώνει κάθε έννοια συλλογικού και δημόσιου. 

Το κακό είναι η απουσία του καλού 

Σκέφτομαι ότι η τέτοια στροφή προς την αντιπολιτική και την Ακροδεξιά συμβαίνει επειδή δεν υπάρχει μια ζωντανή, πειστική Αριστερά, συνδεδεμένη οργανικά με την εργασία και την κοινωνική δυναμική, μια Αριστερά ικανή όχι μόνο να αντιστέκεται στον αδηφάγο καπιταλισμό, αλλά ικανή να προβάλλει έναν εναλλακτικό κόσμο. Αλλά και επίσης διότι ο φιλελευθερισμός έχει εγκαταλείψει πλήρως το κοινωνικό και πολιτικό του πρόσωπο. Στην πράξη, η Αριστερά σταδιακά εγκατέλειψε τον κόσμο της εργασίας και υπερασπίστηκε όψεις του πολιτικού φιλελευθερισμού, χάνοντας όλες τις μάχες οπισθοφυλακών με τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. 

Υπό αυτήν την έννοια, μας ταιριάζει η διατύπωση του Πλωτίνου και του Ιερού Αυγουστίνου: Το κακό είναι η απουσία του καλού. (Η παραδοχή μας: κακό είναι η Ακροδεξιά και καλό είναι η Αριστερά.) Η σταδιακή υποχώρηση της Αριστεράς, έως πλήρους απουσίας, καταλείπει ένα τεράστιο πολιτικό κενό, το οποίο καταλαμβάνεται, κατελήφθη ήδη, από την Ακροδεξιά. Μια Ακροδεξιά μάλιστα που καταφέρνει να εξελίσσεται, να παίρνει τη μορφή μιας «σοβαρής Χρυσής Αυγής», να έχει τη μορφή μιας συστημικής ακροδεξιάς δεξαμενής, σαν το ΛΑΟΣ παλιότερα, ή την Ελληνική Λύση και τη Νίκη, για να μείνουμε στα δικά μας. 

Τι μπορεί να κάνει η Αριστερά; Καταρχάς να κατανοήσει τις τεκτονικές κινήσεις της κοινωνίας της Κρίσης, που άρχισαν το 2008-2010 και συνεχίζονται με σφοδρότητα και μαζικά θύματα· και να πάρει απόφαση σε ποιους απευθύνεται και ποιους εκπροσωπεί. Να αφυπνιστεί από τον βραχμανικό ύπνο, τον ναρκισσισμό και την εσωστρέφεια, να απαλλαγεί από τον ετεροκαθορισμό εντός ενός συστήματος που τη μισεί και τη βδελύσσεται, να απαλλαγεί από τον μικροαστικό καθωσπρεπισμό που σφράγισε την ανανεωτική Αριστερά της Μεταπολίτευσης. Κανείς δεν σέβεται κανέναν κανόνα τώρα· η πολιτική της Δεξιάς είναι πολιτική κοινωνικών αποκλεισμών και ρεβανσισμού, είναι πολιτική απόλυτης κυριαρχίας, δεν σέβεται κανένα «καλό παιδί», και παντί τρόπω -μα παντί τρόπω, όπως έδειξε η πραξικοπηματική καθαίρεση Γ. Παπανδρέου- θα αποτρέπει διαταραχές και εκπλήξεις σαν του 2015 ή του 1981. 

Η Δεξιά θα αντλήσει από τις δεξαμενές της Ακροδεξιάς, εκλογικές και ιδεολογικές. Οι ακροδεξιοί της Ν.Δ. ήδη αναθεματίζουν τα ευκαιριακά woke politics του Μητσοτάκη. Ο νεοφιλελεύθερος αυταρχικός οίστρος (aka: πλιάτσικο) της τρόικας εσωτερικού, στην Παιδεία, τη Δημόσια Υγεία, την Πρόνοια, τις υποδομές, παράγει ήδη κοινωνικά ερείπια και εθνικό μαρασμό. Η Ελλάδα πωλείται ως οικόπεδο - κυριολεκτικά. Και το μόνο μέλλον για τους Ελληνες απογόνους του μεταπολεμικού μικροθαύματος θα είναι ντελίβερι και βαστάζοι, ενοικιαζόμενοι με χρονομίσθωση, αντί για τους Αιγύπτιους και τους Πακιστανούς που προσπαθεί να φέρει η κυβέρνηση. 

Αυτοί οι πεπτωκότες και διαρκώς εκπίπτοντες Ελληνες είναι τα κοινωνικά υποκείμενα της Αριστεράς. Από αυτούς οφείλει να εμπνευστεί νέες πρακτικές βίου και πολύτροπης πολιτικής, αυτούς οφείλει να εκφράσει ριζοσπαστικά. Με επίθεση, όχι άμυνα. Με λόγο και επικοινωνιακά μέσα που θα συνεγείρουν τους ανθρώπους και θα ενοχλούν αφόρητα τα συστήματα της κοινωνικής-εθνικής παρακμής. Μόνο το καλό μπορεί να αποτρέψει το κακό. 

Νίκος Ξυδάκης 

* Αναδημοσίευση από το ένθετο περιοδικό "Νησίδες"
της Εφημερίδας των Συντακτών 

https://www.efsyn.gr/nisides/ena-blemma/437566_mono-kalo-mporei-na-apotrepsei-kako 

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

Η ανοιχτόμυαλη και μαχητική Αριστερά - Αλέξης Χαρίτσης

 Γράφω αυτές τις γραμμές τη μέρα που ένας ανώτερος αξιωματούχος του ΝΑΤΟ δήλωσε ότι πρέπει να ετοιμαζόμαστε για πόλεμο, που το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ ανακοίνωσε τη μείωση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων κατά 8,3%, που μια καταστροφική πυρκαγιά απειλεί τον αστικό ιστό της Αττικής. Αυτές είναι οι εξελίξεις που καθορίζουν τη ζωή μας. Και αυτές υπαγορεύουν αντίστροφα τις μεγάλες προκλήσεις για τη σύγχρονη Αριστερά: υπεράσπιση της ειρήνης, αναδιανομή του πλούτου υπέρ των πολλών, θωράκιση των κοινωνιών μας έναντι της κλιματικής κρίσης. 

Δυστυχώς, στις πρόσφατες ευρωεκλογές η ατζέντα αυτή δεν επικράτησε. Το αντίθετο. Βρισκόμαστε σε ένα δύσκολο πολιτικό τοπίο. Τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ελλάδα μάς κληροδοτούν τρεις διαπιστώσεις: α) την απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος με τα υψηλά ποσοστά αποχής, β) την αναντιστοιχία μεταξύ της κοινωνικής δυσφορίας για τη Νέα Δημοκρατία και της πολιτικής της έκφρασης προς την Αριστερά, γ) την ενίσχυση της Ακρας Δεξιάς. 

Κανένα παιχνίδι με τους αριθμούς δεν μπορεί να κρύψει το πραγματικό πρόβλημα: η Αριστερά - ή και ευρύτερα αυτό που αποκαλούμε προοδευτικός χώρος– δεν εμφανίζει δυναμική. Και άρα δεν εμπνέει, δεν συγκινεί, δεν κινητοποιεί. Η αδυναμία αυτή έρχεται σαν αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας πορείας ενσωμάτωσης της σοσιαλδημοκρατίας και άλλων προοδευτικών δυνάμεων στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο. Επιπλέον, μια πολιτική που ασκείται με τους όρους της εξουσίας για την εξουσία και της medioκρατίας αποξενώνει τις προοδευτικές δυνάμεις από τα λαϊκά στρώματα και τη νεολαία. 

Τα εκλογικά αποτελέσματα έχουν ήδη πυροδοτήσει μια δίδυμη κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ κάτω από το ερώτημα της «επόμενης μέρας». Είναι ασφαλώς θετικό ότι όλοι πλέον αντιλαμβάνονται τα αδιέξοδα των στρατηγικών των δύο κομμάτων και ανοίγει πλατιά η συζήτηση για την ανεύρεση μιας αποτελεσματικής απάντησης στη Νέα Δημοκρατία. Ωστόσο, σε αυτή τη συζήτηση βλέπουμε να αναπαράγονται οι γνωστές παθογένειες που οδήγησαν τα πράγματα στο σημερινό τέλμα: Η πλήρης υποτίμηση της σημασίας της προγραμματικής πρότασης, η εμμονική αναζήτηση ενός Μεσσία που θα σώσει τον προοδευτικό χώρο, η επιφανειακή διαδικασιολογία μέσω της οποίας επιχειρείται να παρακαμφθεί η ουσιαστική πολιτική συζήτηση. 

Μα πάνω απ’ όλα, δεν μπορεί να αγνοείται ο ελέφαντας στο δωμάτιο. Το αντίπαλο δέος στη Δεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν μπορεί να συγκροτηθεί στη βάση του «μεσαίου χώρου», δηλαδή μιας πολιτικής που δεν θα είναι και τόσο διαφορετική από αυτή που ασκείται σήμερα. Το αντίπαλο δέος θα συγκροτηθεί μόνο στη βάση μιας αριστερής πολιτικής πρότασης, εκ διαμέτρου αντίθετης από την πολιτική Μητσοτάκη. Για να ανατραπούν οι συσχετισμοί χρειαζόμαστε μια ρηξικέλευθη πολιτική πρόταση που θα επανασυνδέσει τον προοδευτικό χώρο με τα λαϊκά στρώματα και τη νεολαία. 

Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα στην Ευρώπη και η Νέα Δημοκρατία στη χώρα μας προωθούν την παλινόρθωση μιας αντιδραστικής ατζέντας με την υποστήριξη της Ακρας Δεξιάς. Η ατζέντα αυτή στηρίζεται στην πολιτική του επανεξοπλισμού με ορίζοντα τον πόλεμο, την ένταση της κοινωνικής ανισότητας ως φυσικού φαινομένου της εποχής μας καθώς και στην άρνηση της κλιματικής κρίσης μέσα από την εγκατάλειψη των στόχων της δίκαιης πράσινης μετάβασης. Αν θέλουμε μια πειστική απάντηση της Αριστεράς –και κατά συνέπεια και μια αλλαγή του πολιτικού χάρτη–, η συζήτηση και οι ανάλογες διεργασίες οφείλουν να εκκινήσουν από τα τρία αυτά ζητήματα με ένα φιλόδοξο και επιθετικό πρόγραμμα σύγκρουσης και αναστροφής των προτεραιοτήτων σε άλλη κατεύθυνση. 

Είναι σαφές ότι οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ σε καίρια ζητήματα δεν διαφοροποιούνται στρατηγικά από την ατζέντα της Δεξιάς. Το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 οχυρώνονται πίσω από την αυτάρκεια της ιδεολογικής τους καθαρότητας. Ο ιστορικός όμως χρόνος είναι αμείλικτος. Η εποχή μας απαιτεί ένα δημιουργικό σοκ. Να μιλήσουμε με ειλικρίνεια. Η Νέα Αριστερά στην προεκλογική περίοδο έθεσε με ένταση τα λαϊκά προβλήματα και την ανάγκη της επιστροφής της πολιτικής. Της πολιτικής με αριστερό πρόσημο. Απέτυχε εκλογικά. Καμία αντίρρηση. Αλλά την ανάγκη αυτή που εξέφρασε προεκλογικά η Νέα Αριστερά υιοθετούν σήμερα φωνές σε όλο το προοδευτικό φάσμα. Αυτό είναι θετικό. 

Πιστεύω ότι θα πρέπει να επιμείνουμε στην προτεραιότητα του πολιτικού περιεχομένου. Ταυτόχρονα, όμως, οφείλουμε να προχωρήσουμε και οι ίδιοι σε μια βαθιά αυτοκριτική διαδικασία για να κατανοήσουμε το αποτέλεσμα της 9ης Ιουνίου, χωρίς όμως να πέσουμε στην παγίδα της εσωστρέφειας και της μειοψηφικής αλαζονείας. Με τη δράση μας εντός και εκτός Βουλής θα αποδείξουμε ότι η Νέα Αριστερά είναι μια πολιτική δύναμη χρήσιμη για την κοινωνία. Παράλληλα, θα αναλάβουμε τις πρωτοβουλίες εκείνες που μας αναλογούν για να ανοίξει η προγραμματική συζήτηση, να οργανωθούν οι οριζόντιες δικτυώσεις και εντέλει να δώσουμε χώρο σε όλες τις ανήσυχες φωνές –εντός και εκτός κομμάτων– που θέλουν μια πραγματική και όχι ψευδεπίγραφη νέα αρχή. Η μαχητική και ανοιχτόμυαλη Αριστερά θα ανταποκριθεί στο λαϊκό αίτημα για μια αριστερή εναλλακτική λύση που θα βγάλει τη χώρα από το τέλμα Μητσοτάκη. 

Αλέξης Χαρίτσης 


*Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΕΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ 

** Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών 

https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/437528_i-anoihtomyali-kai-mahitiki-aristera-tha-antapokrithei-sto-laiko-aitima-gia

Σάββατο 22 Ιουνίου 2024

25ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ. 5/6/7 Ιουλίου - Πάρκο Γουδή Αθήνα

Από την Πύλο ως την Παλαιστίνη δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη.
25ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ.  5/6/7 Ιουλίου - Πάρκο Γουδή Αθήνα.


Φέτος συμπληρώνονται 25 στροφές σε έναν δρόμο που άνοιξε το 1996. Τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ αποτελούν πια μια μοναδική γιορτή ενότητας μέσα από τη διαφορετικότητα, μια ανάσα αντίστασης και αλληλεγγύης σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον.
Μια ενότητα που απλώνεται σε όλη τη χώρα, σε κάθε μικρή και μεγάλη πόλη: Ηράκλειο, Λάρισα, Καλαμάτα, Τρίκαλα, Πρέβεζα, Ρέθυμνο, Θεσσαλονίκη, Αθήνα. 
Μέσα από τη συμμετοχή μεταναστευτικών κοινοτήτων, συζητήσεις, προβολές, συλλογικές κουζίνες απ’ όλο το κόσμο, συναυλίες, παιδαγωγικά δρώμενα, φωτογραφικές εκθέσεις το Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ Αθήνας είναι ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά και πολιτιστικά γεγονότα της πόλης.
Εκκινώντας από τους αγώνες της εκάστοτε περιόδου, το Φεστιβάλ προσπαθεί να φέρει σε επαφή φυλές, γλώσσες, γεύσεις και ακούσματα διασαλεύοντας την κανονικότητα και αμφισβητώντας - όσο μπορεί - την κυριαρχία των ισχυρών.
"για έναν κόσμο που να χωράει πολλούς κόσμους"

Σάββατο 15 Ιουνίου 2024

Κύρκος Δοξιάδης: Σκέψεις για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών

 Πρώτον, τις 11 έδρες στο εθνικό Κοινοβούλιο δεν τις χάνει η Νέα Αριστερά επειδή δεν έβγαλε ευρωβουλευτή. Δεύτερον, με ποσοστό 2,45% στις ευρωεκλογές εξασφαλίζει μια χρηματοδότηση διόλου ευκαταφρόνητη – ιδίως με το δεδομένο ότι έως τώρα δεν είχε καθόλου χρηματοδότηση. Ας προσγειωθούμε λοιπόν σε μια όχι και τόσο ζοφερή πραγματικότητα. Η υπερβολική απαισιοδοξία μπορεί να είναι το ίδιο βλαπτική και επικίνδυνη με το να τα βλέπουμε όλα ρόδινα. Επιπλέον, η υπερβολική απαισιοδοξία εν προκειμένω υποκρύπτει και έναν ιδιότυπο (αθέλητο, προφανώς) ελιτισμό. Εξηγούμαι.  
 
 Πρόκειται για τον ελιτισμό των ενεργητικά πολιτικοποιημένων. Τείνουμε συχνά να θεωρούμε δεδομένο πως όλοι οι πολίτες που ψηφίζουν διαθέτουν την ίδια γνώση των πολιτικών πραγμάτων με εμάς που παρακολουθούμε στενά τις διεργασίες στο εσωτερικό των κομμάτων. Ακόμη και η αποχώρηση από τον ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο φθινόπωρο, που οδήγησε στη συγκρότηση της Νέας Αριστεράς, μπορεί να πέρασε απαρατήρητη σε κόσμο που η ενεργητική σχέση του με την κεντρική πολιτική περιορίζεται στην ψήφο του στις εθνικές εκλογές και στις ευρωεκλογές. Πολύς κόσμος μπορεί να μην ψήφισε τη Νέα Αριστερά διότι απλούστατα δεν γνώριζε περί τίνος πρόκειται. Ή –ακόμα χειρότερα, πάλι μη γνωρίζοντας, εννοείται– επειδή παρασύρθηκε από την κυρίαρχη προπαγάνδα που εξαπολύεται από το κόμμα του Κασσελάκη ότι πρόκειται για «αποστάτες» και «προδότες» που αποσκίρτησαν επειδή δεν κατάφεραν να εκλεγούν εκείνοι στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Οσοι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές δεν είναι όλοι κασσελακιστές – ευτυχώς.

 Ορισμένες σκέψεις όσον αφορά τα γενικότερα αποτελέσματα τώρα. Πρώτα απ’ όλα, η υπερβολικά μεγάλη έμφαση στη σύγκριση με τις τελευταίες εθνικές εκλογές μπορεί να οδηγήσει σε τελείως αποπροσανατολιστικά συμπεράσματα. Λυπάμαι που το λέω, αλλά η Ν.Δ. δεν υπέστη και τόσο φοβερό πλήγμα όσο φαίνεται από τη σύγκριση μεταξύ του 40,56% των εκλογών του περασμένου Ιουνίου και του 28,31% των ευρωεκλογών. Ο πολύς κόσμος στις ευρωεκλογές ψηφίζει με τελείως άλλα κίνητρα από εκείνα των εθνικών εκλογών. Στις ευρωεκλογές δεν ψηφίζει κυβέρνηση και πιστεύει πως η σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου δεν τον αφορά. Αντιμετωπίζει επομένως την ψήφο του ως ψήφο με καθαρά συμβολικό χαρακτήρα – στέλνει μηνύματα ικανοποίησης ή δυσαρέσκειας. Ή –κάτι που επίσης τείνουμε να παραβλέπουμε– εκφράζει αδιαφορία κάνοντας αποχή. Αδιαφορία όχι ως προς την πολιτική γενικά – αυτή γνωρίζουμε ότι υπάρχει ως τάση γενικά τα τελευταία χρόνια και είναι ένα τεράστιο θέμα από μόνο του. Αδιαφορία ως προς τις συγκεκριμένες ευρωεκλογές.

 Είναι αλήθεια ότι σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 2019 (33,12%) μειώθηκε σημαντικά το ποσοστό της Ν.Δ. – κατά σχεδόν 5%. Ξεχνάμε όμως κάτι. Στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019 ο κόσμος πήγαινε να ψηφίσει έχοντας κατά νου ότι σε λίγο καιρό είχαμε εθνικές εκλογές. Οι υποστηρικτές της Ν.Δ. ήθελαν να στείλουν μήνυμα ότι και στις εθνικές εκλογές θα στηρίξουν Ν.Δ. Τότε ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και η επικράτηση της Ν.Δ. δεν ήταν καθόλου δεδομένη. Τώρα οι εθνικές εκλογές έχουν γίνει πριν από έναν χρόνο, οι επόμενες θα γίνουν σε τρία χρόνια και η κυβέρνηση της Ν.Δ., για πρώτη φορά μετά τη Μεταπολίτευση, κυβερνά ανενόχλητη και ουσιαστικά χωρίς αντίπαλο. Ποιος ο λόγος λοιπόν να στείλουν μήνυμα στήριξης και να μην πάνε για μπάνιο; Είτε μας αρέσει είτε όχι, τούτη η κατάσταση μάλλον εξηγεί και το όντως πρωτοφανώς τεράστιο ποσοστό της αποχής γενικότερα.

  Υπάρχει βέβαια και το –αναμφίβολα ανησυχητικό– φαινόμενο πως το σύνολο των ψήφων στα δεξιότερα της Ν.Δ. κόμματα (ήδη υπάρχοντα και πρωτοεμφανιζόμενα) ανέρχεται σε ποσοστό περίπου 20% – αλλά τούτο δεν είναι απλώς διαρροή ψήφων από τη Ν.Δ., δυστυχώς. Είναι μια τραγικά αποπροσανατολισμένη λαϊκή δυσαρέσκεια που δεν μπορεί να εκφράσει μια κατ’ ουσίαν ανύπαρκτη Αριστερά.

 Ο ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές έλαβε 14,92%. Σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 2019 (23,75%), το ποσοστό του μειώθηκε κατά σχεδόν 9%. Θα ήμουν βέβαια ο τελευταίος που θα σύγκρινε τον ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη με τον ΣΥΡΙΖΑ του 2019 (παρ’ ότι θα ήμουν και πάλι ο τελευταίος που θα εξιδανίκευε τον δεύτερο). Πάντως δεν το λες και επίτευγμα να παίρνεις ελάχιστα παραπάνω από το μισό του ποσοστού της Ν.Δ. και να νιώθεις στον σβέρκο σου την ανάσα τού όχι και τόσο «χαρισματικού» ηγέτη του ΠΑΣΟΚ (12,79%). Μάλλον το έχουν καταλάβει ο Κασσελάκης και όσοι –ακόμη– τον στηρίζουν. Εξ ου και το υστερικό μένος με το οποίο απαιτούν από τη Νέα Αριστερά να… παραδώσει τις 11 έδρες του εθνικού Κοινοβουλίου.

 
* Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών 

** Aαναδημοσίευση από τον ιστοχώρο commonality 

https://commonality.gr/kyrkos-doxiadis-skepseis-gia-ta-apotelesmata-ton-eyroeklogon

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2024

Τα δύσκολα και τα γελοία - Του Νάσου Ηλιόπουλου

 Τα δύσκολα και τα γελοία

Ας ξεκινήσω από τα δύσκολα, χωρίς δικαιολογίες. Το αποτέλεσμα της Νέας Αριστεράς είναι αρνητικό. Οφείλουμε να το παραδεχτούμε και να συζητήσουμε με ειλικρίνεια για αυτό, χωρίς εύκολες δικαιολογίες. Να συζητήσουμε με απόλυτο σεβασμό στον ανιδιοτελή αγώνα που έδωσαν χιλιάδες μέλη και φίλοι της Νέας Αριστεράς σε όλη την χώρα. Να συζητήσουμε για να αλλάξουμε ό,τι χρειάζεται να αλλάξει. Η ανάγκη για μία μαχητική και ανοιχτόμυαλη Αριστερά παραμένει. Σε αυτό τον δρόμο θα συνεχίσουμε, πρώτα από όλα γιατί έχουμε την ευθύνη να κάνουμε αυτό που πιστεύουμε.

Η κατάρρευση της συμμετοχής είναι ένας δείκτης συνολικής αποτυχίας. Ελλείμματος ελπίδας, αποτυχίας εμπλοκής και πραγματικών κοινωνικών εκπροσωπήσεων. Ας δούμε λίγο την προεκλογική συζήτηση: απουσία των μεγάλων ζητημάτων για τον πόλεμο και την Ευρωπαϊκή πορεία, την κλιματική κρίση και το πως θα υπάρξει μία δίκαιη μετάβαση, την έκρηξη των ανισοτήτων.

Ας σκεφτούμε λίγο την τελευταία εβδομάδα: μήπως συζητήσαμε για το κόστος ζωής, για τις τιμές του ρέματος, για την κατάρρευση της υγείας; Σίγουρα όχι. Βρεθήκαμε να συζητάμε ανοησίες, κάτι που σίγουρα βόλευε την κυβέρνηση. Το πιο χρεοκοπημένο κόμμα της Ευρώπης πήρε μια χρυσή πάσα από τον κ. Κασσελάκη και κατάφερε να πάει την συζήτηση αλλού. Το να κλαίνε για την αποχή όσοι και όσες βοήθησαν στο να μην συζητήσουμε πολιτικά έχει μια "μικρή" αντίφαση.

Αυτή η εικόνα του πολιτικού συστήματος μόνο την ακροδεξιά θα μπορούσε να ευνοήσει. Οι ευθύνες της ΝΔ για την άνοδο της ακροδεξιάς είναι τεράστιες. Ο κ. Μητσοτάκης είναι ο βασικός χορηγός της ακροδεξιάς στην χώρα, ήδη από την στάση του στην συμφωνία των Πρεσπών. Ο κ. Γεωργιάδης χθες, οριακά με περηφάνια, υποστήριζε ότι η κυβέρνηση δεν έχασε λόγω ακρίβειας, νοσοκομείων και Κοινωνικών προβλημάτων αλλά λόγω του γάμου για όλα τα ζευγάρια. Προαναγγελία για μία ακόμα πιο συντηρητική στροφή στα ζητήματα δικαιωμάτων και δημοκρατίας και συνέχισης της ίδιας βάρβαρης πολιτικής σε υγεία, εργασία, οικονομία.

Ο χώρος της Αριστεράς είναι συνολικά σε κρίση. Όποιος πανηγυρίζει για το χθεσινό αποτέλεσμα δεν ξέρει που πάτα και που πηγαίνει. Προφανώς είμαστε κομμάτι αυτής της κρίσης και δεν μπορέσαμε να την υπερβούμε.

Το πολιτικό κενό όμως παραμένει. Το κενό, το αίτημα για μία εναλλακτική στην σημερινή δυστοπία. Υποστηρίζουμε ότι αυτό το κενό μπορεί να καλυφθεί μόνο με αριστερές πολιτικές θέσεις, χωρίς μέσους όρους και την λογική να είναι όλοι χαρούμενοι. Κάποιοι πρέπει να ξεβολευτούν για να αλλάξει η σημερινή κατάσταση, άρα η σοβαρή εναλλακτική πρόταση θα έχει και ισχυρούς αντιπάλους αν θέλει πραγματικά να υποστηρίξει τον κόσμο της εργασίας, την νεολαία και την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία.

Αυτή η εναλλακτική απαιτεί κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα, με καθαρό όμως αντινεοφελελεύθερο και δημοκρατικό πολιτικό περιεχόμενο. Με ξεκάθαρη τοποθέτηση υπέρ των δημοσίων αγαθών, ενάντια στην λογική ότι όλα θα τα λύσει η αγορά. Τέλος με καθαρή τοποθέτηση ενάντια στους πολεμικούς σχεδιασμούς και στις κούρσες εξοπλισμών. Κάτι που αφορά και την κυβερνητική πολιτική.



Τα γελοία

Αφού είπα δυο σκέψεις για τα σοβαρά, ας μιλήσω λίγο και για τα γελοία. Από χθες το κόμμα Κασσελάκη έχει αναζωπυρώσει τις επιθέσεις λάσπης προς την Νέα Αριστερά, με αίτημα να "επιστραφούν οι έδρες".

Το συγκεκριμένο επιχείρημα είναι βαθιά υποκριτικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ σε όλη του την διαδρομή είχε υποδεχτεί αρκετά μέλη του Κοινοβουλίου που είχαν εκλεγεί με άλλες κοινοβουλευτικές ομάδες. Η συμφωνία των Πρεσπών δεν θα είχε ψηφιστεί αν δεν είχαν υπάρξει τέτοιες μετακινήσεις. Είναι βαθιά υποκριτικό όταν έχεις δεχτεί ότι υπάρχει η δυνατότητα μετακίνησης μελών του Κοινοβουλίου λόγω διαφωνιών, να θεωρείς ότι αυτό θα αφορά πάντα άλλες κοινοβουλευτικές ομάδες και πότε την δική σου.

Αν το κόμμα Κασσελάκη επιθυμεί να στηρίζει την κούρσα εξοπλισμών και τα F35, την στιγμή που καταρρέουν τα νοσοκομεία, μπορεί να το κάνει χώρις τις δικές μας ψήφους. Αν επιθυμεί να ανταγωνίζεται την κυβέρνηση Μητσοτάκη σε φοροελαφρύνσεις στο πιο πλούσιο 1% ή να ψηφίζει τροπολογίες δωράκι στον Λαυρεντιάδη, μπορεί να το κάνει χώρις τις δικές μας ψήφους. Αν επιθυμεί να στηρίζει την πολεμική εμπλοκή της χώρας σε επιχειρήσεις όπως στην Ερυθρά Θάλασσα, μπορεί να το κάνει χώρις τις δικές μας ψήφους. Ο καθένας επιλέγει τον δρόμο του και τα ζητήματα συνείδησης ίσως κάποτε καταλάβουν ότι δεν λύνονται με ποσοστά. Αλλιώς αναπαράγουν ηθελημένα ή άθελά τους ακριβώς το επιχείρημα του 41% που χρησιμοποιείται από τους κυβερνητικούς της ΝΔ.

Είναι φανερό ότι μπαίνουν σε έναν νέο κύκλο εσωτερικών αντιπαραθέσεων, όποτε η λάσπη και οι επιθέσεις στην Νέα Αριστερά αποτελούν για αυτούς μια βολική λύση. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν είναι δικό μας πρόβλημα.

Ας κλείσω όμως με επιστροφή στα σοβαρά

Το πολιτικό κενό είναι εδώ, δεν θα περιμένει όμως για πολύ ακόμα. Αν δεν το καλύψει η Αριστερά θα το καλύψει η άκρα δεξιά. Όπως έγραψα παραπάνω χρειαζόμαστε μία μαχητική και ανοιχτόμυαλη Αριστερά, που θα μπορεί να υπηρετεί κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα. Με τα κινήματα, με την Πολιτική Οικολογία με την Σοσιαλδημοκρατία, σταθερά σε δημοκρατική και αντινεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Ο κατακερματισμός είναι σύμπτωμα και όχι η αιτία της κρίσης. Η ρίζα της κρίσης είναι στην απουσία εναλλακτικής και στο πολιτικό περιεχόμενο. Εκεί πρέπει να εργαστούμε και εκεί στο τέλος θα μετρηθούμε.

Ξέρουμε ότι είμαστε κομμάτι αυτής της κρίσης, γνωρίζουμε ότι έχουμε ευθύνες και είμαστε τραυματισμένοι. Οφείλουμε όμως να δώσουμε την υπόσχεση ότι θα εργαστούμε για την υπέρβαση της, γιατί η κοινωνία χρειάζεται μια Αριστερά που θα μπαίνει στην μάχη και θα βελτιώνει τις συνθήκες σε αυτή τη ζωή και όχι σε κάποιο απροσδιόριστο μέλλον.

Με μία λέξη: συνεχίζουμε

Νάσος Ηλιόπουλος

* Ο Νάσος Ηλιόπουλος είναι βουλευτής Α’ Αθηνών της ΝΕΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

** Αναδημοσίευση από το προσωπικό του προφίλ στο
facebook

https://www.facebook.com/photo/?fbid=1013422710141185&set=a.477255743757887&locale=el_GR

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2024

Αριστερά και πλούτη - Κώστας Δουζίνας

 Η απαίτηση συμφωνίας αρχών και πράξεων δεν σημαίνει ότι ο αριστερός πρέπει να ζει μοναστική ζωή και να αρνείται τις ανέσεις και τις ομορφιές της ζωής. Αλλά έχει ελάχιστη ηθική υποχρέωση να ζει με μετριοπάθεια και ταπεινότητα, να αποφεύγει την επίδειξη πλούτου και χλιδής και να δίνει μέρος της περιουσίας που δεν χρειάζεται σε ανθρώπους που υποφέρουν και σε κινήματα που αγωνίζονται για την ανατροπή της ανισότητας. 

Γίνεται να είσαι αριστερός, σοσιαλιστής και πλούσιος; Αν αγωνίζεσαι για την κοινωνική ισότητα, επιτρέπεται να αποτελείς κραυγαλέο παράδειγμα ανισότητας; Μήπως πρέπει οι πλούσιοι αριστεροί να δώσουν μεγάλο μέρος της περιουσίας τους στους φτωχούς; Το ερώτημα αυτό δεν έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την αριστερή δημόσια σφαίρα. Η συζήτηση για το «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς δεν ασχολήθηκε με την ηθική των πλούσιων ηγετών της. 

Ελλάδα, οι champagne socialists ή η γαλλική gauche de caviar αποτελούν συκοφαντικό δημιούργημα και αντικείμενο χλεύης της Δεξιάς. Η υποτιθέμενη άποψή τους ότι πρέπει όλοι και όχι μόνον οι πλούσιοι να πίνουν σαμπάνια, μια γελοία αντιστροφή των αποτυχημένων οικονομικών του trickle down σε οικονομικά του trickle up, δεν έχει σχέση με καμιάς μορφής Αριστερά. 

Απάντηση στο πρώτο ερώτημα δίνει μια απαρίθμηση των πλούσιων αριστερών. Αρκετές ηγετικές προσωπικότητες προέρχονταν από πλούσιες οικογένειες. Ο εργοστασιάρχης και μεγαλοαστός Φρίντριχ Ενγκελς, ένας από τους πατέρες του σοσιαλισμού, ξεκίνησε μια σημαντική και πολυάριθμη παράδοση εύπορων με αριστερή ιδεολογία. Τα εκπαιδευτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά προσόντα που δίνει η πλούσια καταγωγή βοηθούν στην ανάδειξη και επιτυχία των διαδόχων σε όλους τους τομείς της ζωής. Τα παιδιά των πλουσίων κληρονομούν ένα «πολιτισμικό κεφάλαιο» που τα προετοιμάζει για επαγγελματικές επιτυχίες και πολιτικές νίκες αν δεν επιλέξουν την ανεπάγγελτη ευμάρεια. Ενας πλούσιος συγγενής που με ήθελε συνεργάτη στις επιχειρήσεις του, ενώ εγώ ενδιαφερόμουν για το Πανεπιστήμιο και την Αριστερά, μου έλεγε: «Πλούτισε πρώτα και μετά γίνεσαι αριστερός, έτσι οι ιδέες σου θα έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας». 

Στις δεκαετίες των μεγάλων εξεγέρσεων, σε μας την περίοδο της δικτατορίας, πολλοί πλούσιοι νέοι άκουσαν περί ισότητας και δικαιοσύνης για πρώτη φορά στα αριστοκρατικά σχολεία και τα εξεγερμένα πανεπιστήμια και «πρόδωσαν» την τάξη τους μπαίνοντας σε αριστερές οργανώσεις. Πολλά στελέχη του αντιστασιακού «Ρήγα Φεραίου» και της ΚΝΕ άκουσαν για τον μαρξισμό και στρατολογήθηκαν στην Αριστερά στο Κολλέγιο Αθηνών, άβατο ναό της αστικής παιδείας. Η γενιά των boomers προετοιμάστηκε για τις θέσεις ηγεσίας που την περίμεναν διαβάζοντας Μαρξ, Γκράμσι και Αλτουσέρ. Για πολλούς βέβαια η ταξική «προδοσία» ήταν μια ανεμελιά των νιάτων. Σύντομα γύρισαν στα αναμενόμενα κληρονομικά προνόμια. 

Οι κλασικοί του μαρξισμού επικέντρωναν την κριτική τους στην εκμεταλλευτική κοινωνική δομή. Δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με τα άτομα που επωφελούνται από την αδικία. Για τον Μαρξ και τον Ενγκελς ο καπιταλισμός θα κατέρρεε κάτω από το βάρος των αντιφάσεών του. Η εστίαση στον πλούτο κάποιων αποσπά την προσοχή από το πραγματικό ζήτημα της αλλαγής του κοινωνικού συστήματος που δημιουργεί τις ανισότητες εξουσίας και πλούτου. Ο καπιταλισμός δεν χρειάζεται ανήθικα ή σκληρά αφεντικά, η εκμετάλλευση είναι αποτέλεσμα των παραγωγικών σχέσεων, όχι της διαγωγής των καπιταλιστών. Οι σοσιαλιστές δεν χρειάζεται να ασχολούνται με την προσωπική ηθική αλλά να επισπεύδουν την αναπόφευκτη επανάσταση. Ο ηθικισμός και οι προσωπικές επιθέσεις είναι αστική αρρώστια και χάσιμο χρόνου. Οι προτεστάντες καπιταλιστές, κατά τον Μαξ Βέμπερ, είναι ηθικοί, πειθαρχημένοι και φιλάνθρωποι. Οπως έλεγε ο Αμερικανός βαρόνος του χάλυβα Andrew Carnegie «όποιος πεθαίνει πλούσιος, πεθαίνει ντροπιασμένος». Ο Οσκαρ Ουάιλντ ερμήνευε διαφορετικά την καπιταλιστική φιλανθρωπία: «Οι χειρότεροι δουλοκτήτες ήταν ευγενικοί με τους δούλους τους γιατί έτσι τους εμπόδιζαν να συνειδητοποιήσουν το σύστημα που τους καταπίεζε». 

Οταν οι μαρξιστές σταμάτησαν να πιστεύουν στην αδήριτη πορεία της Ιστορίας και την αναπόφευκτη έλευση του σοσιαλισμού, η ηθική της σχέσης πλούτου και Αριστεράς ήρθε στο προσκήνιο και είναι κεντρικό θέμα συζήτησης στην Ευρώπη. Η αστική καταγωγή και η αριστοκρατική παιδεία αποκρύπτονται γιατί δημιουργούν ενοχές στους αριστερούς. Ο μεγάλος μαρξιστής φιλόσοφος Τζέρι Κόεν στις διάσημες διαλέξεις του (αργότερα βιβλίο) με τίτλο «If You’ re an Egalitarian, How Come You’ re so Rich?» ξεκινάει από τη διαπίστωση ότι πολλοί πλούσιοι σοσιαλιστές δεν πιστεύουν πως η στράτευσή τους απαιτεί να δίνουν μέρος της περιουσίας τους. Ο Κόεν εξετάζει τα ηθικά επιχειρήματα που μπορεί να επικαλεστεί ο πλούσιος αριστερός. Μπορεί να υποστηρίξει ότι ο αγώνας για μια δίκαιη κοινωνία δεν επηρεάζει τη συμπεριφορά στην καπιταλιστική κοινωνία που προωθεί τις ανισότητες. Η απόκτηση και η διατήρηση του μεγάλου πλούτου είτε κληρονομικά είτε από το έργο του πλουσίου αντανακλούν την υπάρχουσα ανισότητα εξουσίας. Μπορεί να ισχυριστεί επίσης ότι η απάρνηση του πλούτου δεν επηρεάζει τη δομική κυριαρχία, μια και η φιλανθρωπία δεν βοηθάει στην εξάλειψη των ανισοτήτων. Αν το πρόβλημα είναι συστημικό και οι πλούσιοι απλά επιδιώκουν τα ταξικά τους συμφέροντα, τότε το ερώτημα αν είναι ηθικό να διατηρούν οι αριστεροί τον πλούτο τους είναι αδιάφορο (επειδή οι ατομικές αποφάσεις δεν επηρεάζουν τη δομική ανισότητα) και ασυνάρτητο (επειδή η ιδέα ενός ηθικού ή ανήθικου καπιταλιστή δεν έχει νόημα στο μαρξιστικό πλαίσιο). 

Καμία απάντηση δεν είναι πειστική. Η ηθική στάση του πλούσιου σοσιαλιστή είναι να προσφέρει ένα μέρος του πλούτου του. Δεν αρκεί η επιχειρηματολογία για μια δίκαιη κοινωνία. Η ηθική συνέπεια απαιτεί να κάνει πράξη τις αρχές του. Διαφορετικά είναι υποκριτής, δηλαδή η συμπεριφορά του έρχεται σε αντίθεση, συνειδητά ή ασυνείδητα, με τις διακηρυγμένες αρχές του. Ολοι βέβαια γινόμαστε υποκριτές με την κυριολεκτική έννοια του όρου κάποια στιγμή. Αλλά για τον αριστερό (ηγέτη) το πρόβλημα είναι διαφορετικό. Πώς χτίζονται η εμπιστοσύνη και η αλληλεγγύη όταν η συμπεριφορά απέχει από τις αρχές σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούμε να ξέρουμε αν ο αριστερός είναι τίμιος ή καλός ή κακός ηθοποιός, κάποιος που υπηρετεί διπλά την υποκριτική τέχνη; Πώς μπορούμε να κρίνουμε αν πιστεύει αυτά που λέει ή είναι απλά ένας κυνικός που επιδιώκει τον θαυμασμό ή ένας εγωκεντρικός αναποφάσιστος που υποστηρίζει αρχές όσο δεν τον αγγίζουν αλλά τις εγκαταλείπει τη στιγμή της δύσκολης απόφασης; 

Η διαφορά λόγων και έργων μπορεί να ερμηνευτεί από τους δεξιούς ως έμπρακτη επιβεβαίωση της πίστης του Μητσοτάκη ότι η ανθρώπινη φύση είναι ανταγωνιστική, κτητική και άπληστη. Αυτή η πίστη οδηγεί στην ελληνική διαφθορά και διαπλοκή των δεξιών πολιτικών με τα μεγάλα συμφέροντα και στο διαρκές καπιταλιστικό «πλιάτσικο» σε αντίθεση με τους «τίμιους» καπιταλιστές του Βέμπερ. Αλλά η θεωρία είναι πλήρως λαθεμένη, η πράξη πλήρως ανήθικη. Δεν γίνεται ένας αριστερός να ζει ως εκφραστής της ανύπαρκτης «φυσικής» ανισότητας, φύλου συκής για την καταλήστευση του κοινωνικού πλούτου. 

Αν οι αριστεροί δεν μπορούν να πάρουν αποφάσεις που αντανακλούν τις αξίες τους στην προσωπική τους ζωή, πώς μπορούν να ζητήσουν από τον κόσμο να πιστέψει ότι θα πάρουν τις σωστές αποφάσεις για τη χώρα; Ιδανικά, οι αξίες που διακηρύσσονται στρατηγικά και ρητορικά πρέπει να καθοδηγούν τις προσωπικές επιλογές και τις σχέσεις με τους άλλους. Οι πολιτικές απόψεις δεν έχουν ηθικό βάρος και η διακήρυξη αξιών δεν έχει νόημα αν δεν ζούμε σύμφωνα με αυτές. Βέβαια η απαίτηση συμφωνίας αρχών και πράξεων δεν σημαίνει ότι ο αριστερός πρέπει να ζει μοναστική ζωή και να αρνείται τις ανέσεις και ομορφιές της ζωής. Αλλά έχει ελάχιστη ηθική υποχρέωση να ζει με μετριοπάθεια και ταπεινότητα, να αποφεύγει την επίδειξη πλούτου και χλιδής και να δίνει μέρος της περιουσίας που δεν χρειάζεται σε ανθρώπους που υποφέρουν και σε κινήματα που αγωνίζονται για την ανατροπή της ανισότητας. 

* Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Λονδίνου 

** Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών 

https://www.efsyn.gr/themata/politika-kai-filosofika-epikaira/436157_aristera-kai-ployti